Θα μπορούσε κάποιος να το χαρακτηρίσει και ως ένα από εκείνα τα γλυκά απογεύματα του φθινοπώρου… Έξω είχε αρχίσει να φυσά, όχι πολύ δυνατά, αλλά τόσο όσο χρειαζόταν προκειμένου να θεωρείται η εποχή αυτή ως ο προάγγελος του χειμώνα. Βέβαια, είναι γεγονός ότι οι εποχές είχαν εδώ και πολλά χρόνια μπερδευτεί μεταξύ τους σε τέτοιο βαθμό που οι κάτοικοι των βρώμικων μεγαλουπόλεων να κάνουν δειλά, αλλά σταθερά βήματα συνειδητοποίησης της ανεπανάληπτης οικολογικής καταστροφής, βασική αιτία της οποίας ήταν και η δική τους έμφυτη πια απληστία…
Παρόλα αυτά, ετούτο το δειλινό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ειδυλλιακό. Και όπως οι νόμοι του ειδυλλίου προστάζουν, η σωστή ατμόσφαιρα δημιουργείται πάντα με τη βοήθεια της μουσικής. Σε ένα μικρό διαμέρισμα κάποιας κεντρικής οδού της μεγαλούπολης κάποιο ζευγαράκι είχε αποφασίσει να χαλαρώσει, απολαμβάνοντας το δειλινό της Παρασκευής, πίνοντας τον καφέ του και ακούγοντας μερικά αγαπημένα δισκάκια. Ο καναπές τους περίμενε αναπαυτικός και ζεστός. Είχε άλλωστε πάνω του μπόλικες αναμνήσεις από την κοινή ζωή τους τον τελευταίο χρόνο και πάντα συνόδευε τις στιγμές της χαλάρωσης τους μετά από κάθε εξοντωτική εβδομάδα δουλειάς, γεμάτης από το κυνήγι ικανοποίησης άπειρων υποχρεώσεων.
Η κοπέλα είχε ήδη πάρει τη θέση της και κρατούσε με λαχτάρα μία καυτή κούπα καφέ στα χέρια της. Ο άντρας ετοίμαζε ακόμα το τσάι του στην κουζίνα. Πού και πού αντάλλαζαν μερικές κουβέντες για το πώς είχαν περάσει το πάντοτε απασχολημένο πρωινό τους. Η ευχάριστη διάθεσή τους ήταν εμφανής, καθώς έκαναν σχέδια για κάποια πιθανή έξοδο αργότερα το βράδυ, ενώ δεν έλειπαν και μερικά αρκούντως επιτυχημένα αστεία που λειτουργούσαν ως τα απαραίτητα καρυκεύματα της ερωτικής τους επικοινωνίας. Μετά από λίγα λεπτά ο άντρας είχε πάρει τη θέση του δίπλα στην αγαπημένη του, ενώ στη δεξιά πλευρά του δωματίου το στερεοφωνικό περίμενε -θαρρεί κανείς με ανυπομονησία- την εντολή των ιδιοκτητών του σχετικά με τη μουσική που θα τους προσέφερε. Η επιλογή ήταν ιδανική για την περίσταση.
Ο Miles Davis έδωσε στη στιγμή το απαραίτητο μουσικό υπόβαθρο και ίσως να ήταν η βασική αιτία πίσω από εκείνο το διάπλατο χαμόγελο που παρατηρούνταν ζωγραφισμένο στα πρόσωπα των δύο ερωτευμένων νέων. Επρόκειτο για μια στιγμή jazz, γεμάτη συναίσθημα και αυτοσχεδιασμούς.
Την ίδια ακριβώς ώρα, σε κάποιο άσχετο σημείο της τεραστίων διαστάσεων πόλης, ένας νεαρός φοιτητής κάπνιζε στο δωμάτιό του απογοητευμένος. Ήταν εκείνη η ευθεία απόρριψη της γυναίκας που ποθούσε που τον είχε κάνει να νιώθει βουτηγμένος μέσα στα βαθιά νερά της αρνητικής σκέψης, μην μπορώντας καν να βρει τις δυνάμεις για να κολυμπήσει προς την όχθη της θετικής ενέργειας. Η διάθεσή του ήταν η χειρότερη δυνατή. Στην μικροσκοπική του γκαρσονιέρα, κάπου στο χαώδες κέντρο, η φασαρία από την πολύβουη λεωφόρο ακριβώς από κάτω ήταν ένα στοιχείο που επέτεινε την ενόχληση της ψυχής του.
Θα έλεγε κανείς ότι ήρθε ως αναλαμπή, ως έκλαμψη του αστερισμού της ευμάρειας εκείνη η ιδέα του να αγγίξει και πάλι τα βινύλια του. Το πικάπ που είχε πάρει από το σπίτι του παππού του, όταν εκείνος τους είχε αφήσει χρόνους, θεωρούσε πως ήταν το πολυτιμότερο αντικείμενο για εκείνον στο μικρό του σπίτι. Έκανε συχνά εξορμήσεις σε καταστήματα πώλησης παλιών και μεταχειρισμένων δίσκων και καθώς ξόδευε ένα σεβαστό μέρος από το χαρτζιλίκι του εκεί, είχε φτιάξει μια αρκετά ενημερωμένη δισκοθήκη. Λάτρευε τη σκληρή μουσική και μερικοί από τους κλασικούς heavy metal δίσκους του θα γέμιζαν με πολύπλοκες συνθέσεις το χώρο του εκείνο το απόγευμα. Ο εγκέφαλος του ήταν έτοιμος να δεχτεί τους στίχους της ουτοπίας συνοδευόμενους από τις βαριές κιθάρες, σε ένα σύνολο που συνέθετε μια απόκοσμη και καθόλου εύπεπτη μελωδία, συνάμα τόσο μα τόσο εθιστική!
Ο πρώτος δίσκος είχε ήδη βρει τη θέση του στο πικάπ και ο βραχίονας του που ήταν στο χέρι του φοιτητή ωσάν να τον συνέχαιρε για την εν λόγω επιλογή του. Μια metal πανδαισία σε υψηλές εντάσεις σε λίγο θα λάμβανε χώρα.
Θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει πως ήταν συντονισμένη με τον φοιτητή η μοναχική γριούλα που έμενε μερικά χιλιόμετρα μακριά του, σε ένα από τα προάστια που είχε αναπτυχθεί πλέον τόσο πολύ που κυριολεκτικά είχε ενωθεί με την ίδια την πόλη, καταστρέφοντας παράλληλα το δάσος που κάποτε υπήρχε εκεί. Η μεγάλης ηλικίας γυναίκα έπινε τον καφέ της και παρακολουθούσε σχεδόν ακούνητη τις άχαρες ειδήσεις στην τηλεόραση. Η αλήθεια είναι ότι ακολουθούσε ένα δεδομένο πρόγραμμα καθημερινά, το οποίο πάντα περιελάμβανε μερικές ώρες τηλοψίας με τη συνοδεία του καφέ τέτοια ώρα. Αυτό ήταν κάτι σαν τελετουργικό που είχε αποφασίσει να ακολουθεί για όσα χρόνια της απέμεναν σε μια ζωή μοναχική.
Το συγκεκριμένο μαγικό απόγευμα όμως δεν μπορούσε να την αφήσει σε ησυχία. Της έφερνε στο μυαλό χίλιες και μία αναμνήσεις από ευχάριστες στιγμές με τους συγγενείς της, τους φίλους, τον αγαπημένο της άντρα πριν πολλά χρόνια. Ξάφνου, αποφάσισε να πάρει τη ζωή της ξανά στα χέρια της. Θα έκανε εδώ και τώρα την μεγάλη επανάσταση! Χωρίς να το σκεφτεί πολύ έκλεισε την τηλεόραση και αμέσως επικράτησε η απόλυτη ησυχία στο δωμάτιο. Στράφηκε με γρήγορες κινήσεις προς το παλιό ραδιόφωνο που βρισκόταν απέναντί της και γύρισε τον μεταλλικό του περιστροφικό διακόπτη. Κάποια παράσιτα ακούστηκαν και αμέσως μετά ένα συνονθύλευμα από διαφορετικά είδη μουσικής και ανθρώπινων φωνών γέμισαν το σαλόνι του σπιτιού της. Άρχισε να ψάχνει σα να είχε μετρήσει τις περιστροφές που χρειάζονταν προκειμένου να φτάσει σε μια συγκεκριμένη συχνότητα των ερτζιανών και γρήγορα συντονίστηκε στον αγαπημένο της σταθμό. Βαριές και χαρακτηριστικές φωνές παλιών ρεμπετών είχαν ήδη κάνει αισθητή την παρουσία τους και το μπουζούκι ήταν πάντα σε πρώτο πλάνο. Η γριά γυναίκα χαμογέλασε, το πρόσωπό της αντικατόπτριζε την απόλαυσή της και το φως που φώτιζε την μπάντα των FM πάνω στο παλιό ραδιόφωνο έδειχνε τώρα πιο γλυκό. Έμοιαζε σαν να της ανταπέδιδε το χαμόγελο η ίδια η συσκευή. Μια περιήγηση στα σμυρναίικα τραγούδια την έκανε να νιώθει πως είναι επιβάτης σε ένα καΐκι στα παράλια της όμορφης πόλης.
Θα ήταν μια εύστοχη επισήμανση το γεγονός ότι η χρονική διαφορά μεταξύ της στιγμής που η γριά γυναίκα άνοιξε το ραδιόφωνό της έως και τη στιγμή που ο πατέρας της οικογένειας σε ένα από τα πλούσια προάστια της μεγαλούπολης επέλεξε στον υπολογιστή το κομμάτι που θα έπαιζε το υψηλής τεχνολογίας ηχοσύστημα δεν ξεπερνούσε το ένα δευτερόλεπτο. Η τετραμελής οικογένεια περνούσε μαζί τα βράδια της Παρασκευής. Επέλεγαν από την αρχή της εβδομάδας τη θεατρική παράσταση που θα παρακολουθούσαν και έκλειναν από νωρίς τα εισιτήρια. Με αυτό το εξαιρετικής σημασίας έργο είχε επιφορτιστεί η μητέρα. Τα δύο παιδιά απλώς ακολουθούσαν τους γονείς τους, χωρίς να παραπονιούνται καθόλου, μιας και λάτρευαν το συμπόσιο που ακολουθούσε σε κάποιο από τα ακριβά εστιατόρια της περιοχής τους.
Η διαδικασία της ετοιμασίας για την καθιερωμένη οικογενειακή έξοδο είχε συνήθως ως ηχητικό υπόβαθρο τις φωνές των δύο κοριτσιών γύρω από το ποιο φόρεμα να επιλέξουν, τους ήχους από την ενδυματολογική ανάλυση της μητέρας τους και τα πειράγματα του πατέρα τους. Για τους δύο γονείς αυτές αποτελούσαν μερικές από τις πιο ευτυχισμένες οικογενειακές τους στιγμές. Η Παρασκευή αυτή όμως παρουσίαζε μια διαφοροποίηση ως προς όλες τις προηγούμενες. Οι δύο γλυκές κόρες είχαν προαποφασίσει το τι θα φορέσουν, καθώς είχαν μόλις γυρίσει από μια εξόρμηση στα μαγαζιά, ενώ ο πατέρας έδειχνε αρκετά κουρασμένος για να κάνει το οποιαδήποτε σχόλιο. Επειδή όμως η ησυχία έδειχνε ενοχλητική, είχε στραφεί προς το ηχοσύστημα του καθιστικού και επέλεξε να εμπλουτίσει το σπίτι με ένα ζωηρό ηχόχρωμα. Καθώς έφτιαχνε μια λίστα με τραγούδια που θα ακούγονταν από τον υπολογιστή ένιωσε σαν να τον επίπληττε το μηχάνημα που το είχε αφήσει αχρησιμοποίητο για τόσο καιρό. Θα ορκιζόταν μάλιστα ότι τα ηχεία ακούστηκαν σα να βήχουν με την πρώτη electronica νότα που βγήκε από μέσα τους. Μόλις όμως ο ηλεκτρισμός πέρασε μέσα από τις καλωδιώσεις τους και μετετράπη σε ηλεκτρονική μουσική, όλα έδειχναν να λειτουργούν άψογα.
Σίγουρα κάποιος θα το ονόμαζε τουλάχιστον εντυπωσιακό. Το ζευγαράκι είχε μείνει κυριολεκτικά άφωνο μπροστά στη θέα των πολύχρωμων πενταγράμμων που είχαν ξαφνικά εμφανιστεί και είχαν κυριολεκτικά κατακλύσει το χώρο του μικρού σαλονιού τους, μπροστά από τον αγαπημένο τους καναπέ. Πάνω στα πεντάγραμμα ένα κοπάδι από νότες χόρευε στο ρυθμό της μουσικής. Έμοιαζε να έχει ζωντανέψει η ίδια η μουσική, να έχει πάρει σάρκα και οστά και να χορεύει μπροστά τους. Ο φοιτητής χαμογελούσε αμήχανα μπροστά στο θέαμα της γεμάτης με πολύχρωμες νότες παράστασης που λάμβανε χώρα σε rock ρυθμό γύρω του στην γκαρσονιέρα. Οι νότες έμοιαζαν με ζουμερά ζαχαρωτά γλυκά που είχαν ζωντανέψει. Η γριά γυναίκα τηρούσε μια στάση ηρεμίας και γαλήνης, καθώς είχε προλάβει να βγάλει το συμπέρασμα πως το σκηνικό που είχε μπροστά δεν μπορούσε παρά να είναι ένα θεϊκό σημάδι. Τι και αν οι νότες που χόρευαν δίπλα της πάλλονταν στους ρυθμούς του ζεϊμπέκικου; Ο Θεός υποτίθεται πως είναι παντού! Ολόκληρη η οικογένεια στην αρχή σάστισε, ενώ αμέσως μετά άρχισε να περιεργάζεται με δυσπιστία το θέαμα. Είναι γεγονός ότι τα κορίτσια και η μητέρα στην αρχή νόμιζαν ότι ο πατέρας τους είχε σκαρώσει κάποια φάρσα, επιστρατεύοντας τις δεδομένες γνώσεις του γύρω από την τεχνολογία. Αυτό εξηγούσε άλλωστε και την περίεργη σιωπή του απόψε, μια στάση που ήταν διαφορετική απ’ ότι συνήθως.
Κάτι όμως, δεν πήγαινε καλά με όλες αυτές τις νότες. Έδειχναν υπερβολικά ζωντανές για να είναι απλώς ένα φαινόμενο οπτικής εξαπάτησης, ή κάτι σπάνιο αλλά δυνατό να συμβεί στη Φύση. Τα πεντάγραμμα εξαφανίστηκαν πολύ γρήγορα, σα να έδειχναν το δρόμο της ελευθερίας στις νότες που όλο και πλήθαιναν, βγαίνοντας από τα ηχεία. Τόσο η οικογένεια όσο και η γριά γυναίκα, ενώ λίγο αργότερα το ίδιο παρατήρησαν οι δύο ερωτευμένοι και ο φοιτητής, συνειδητοποίησαν ότι από τα γύρω σπίτια και διαμερίσματα έβγαιναν στους δρόμους εκατομμύρια ζωντανές νότες, μια μουσική πανδαισία όλων των πιθανών χρωμάτων! Το ίδιο συνέβαινε δίχως σταματημό και από τα δικά τους σπίτια. Τίποτα δεν ήταν φυσιολογικό! Κάθε φορά που δύο από αυτές τις κεφάτες και χαρούμενες νότες συγκρούονταν μεταξύ τους, ένας αλλόκοσμος ήχος γινόταν αντιληπτός από τους ανθρώπους. Ούτε για μια στιγμή δεν έπαψαν οι νότες να πολλαπλασιάζονται και να κινούνται στους δρόμους αδιαφορώντας για τα οποιαδήποτε φυσικά εμπόδια.
Διαπερνούσαν τα κτίρια, με το βάρος τους συνέθλιβαν τα αυτοκίνητα, τους σηματοδότες και κάθε τους επαφή μεταξύ τους, αλλά και με ο,τιδήποτε συναντούσαν στο διάβα τους ήταν η αιτία να παραχθεί ακόμα ένας ήχος που η ανθρωπότητα δεν είχε ξανακούσει. Οι νότες μεγάλωναν σε μέγεθος και έδειχναν να ασφυκτιούν από τα στενά πλέον όρια της πόλης. Οι λεωφόροι δεν ήταν αρκετοί για να τις χωρέσουν, συγκρούονταν με τα πάντα. Στα σπίτια και τα διαμερίσματα, τοίχοι άρχισαν να γκρεμίζονται και οι άνθρωποι να καταπλακώνονται, ενώ ο ήχος που έβγαζαν έμπλεκε με εκείνον της κάθε νότας παράγοντας ένα ενδιαφέρον μουσικό αποτέλεσμα, το οποίο και χαρακτηρίζονταν από ιδιαίτερη αρμονία. Η μελωδία δε από κάθε καταπατημένο από τις νότες άνθρωπο ήταν τόσο χαρακτηριστική που εάν επιζούσε κάποιος από όλη την πόλη, είναι δεδομένο ότι δεν θα την ξεχνούσε ποτέ.
Η οικογένεια είχε πάψει προ πολλού να υπάρχει. Η κραυγή φόβου τους είχε δημιουργήσει ένα όμορφο συνονθύλευμα μελωδιών, καθώς ένα σύνολο από πέντε τεράστιες νότες περνούσε από πάνω τους. Είχαν μείνει οι γονείς και τα δύο κορίτσια αποσβολωμένα από αυτό το περίεργο θέαμα που έβγαινε μέσα από τα ηχεία του ηχοσυστήματός τους και αντί να τρέξουν να σωθούν, είχαν προτιμήσει να μείνουν αγκαλιασμένοι ο ένας με τον άλλο. Εκείνος που είχε καταφέρει να ξεφύγει από τις νότες στην γκαρσονιέρα ήταν ο φοιτητής, ο οποίος προς μεγάλη του απογοήτευση συνειδητοποίησε ότι η κατάσταση στο κέντρο της πόλης ήταν πολύ χειρότερη από ό,τι συνέβαινε στο διαμέρισμά του. Η κραυγή απόγνωσης που έβγαλε καθώς έτρεχε να βρει κρυψώνα και αντί αυτού κατέληγε να καταπλακωθεί από δύο νότες πολλών μεγατόνων, αναμίχθηκε σε ένα ελκυστικό adagio μαζί με τις κραυγές δυο απελπισμένων άστεγων. Το ζευγάρι στο μικρό διαμέρισμα προέβη στην τολμηρή κίνηση (για την ακρίβεια μονάχα ο άντρας, καθώς η κοπέλα απλώς τσίριζε και έκλαιγε) να προσπαθήσει να φέρει κάποιο πλήγμα σε αυτά τα όντα που ένιωθε ότι τους είχαν επιτεθεί. Όσο τολμηρή και αν ήταν αυτή η προσπάθεια, άλλο τόσο μάταια αποδείχθηκε, αφού οι νότες ήταν κυριολεκτικά τεραστίων διαστάσεων και δεν έπαυαν στιγμή να μεγαλώνουν. Ο τοίχος που γκρεμίστηκε πάνω στα δύο άτομα, σε συνδυασμό με κάτι που προσπαθούσε να πει ο άντρας στην πανικόβλητη γυναίκα δημιούργησαν μια υπόκωφη μελωδία που θύμιζε τον ήχο ενός καλοκουρδισμένου κοντραμπάσου. Η γριά γυναίκα απέδειξε πως είναι συμφιλιωμένη με το θάνατο, καθώς παρατήρησε για λίγο αυτό το ανεξήγητο φαινόμενο και έπειτα όρμηξε πάνω σε μια μωβ νότα, σα να ήθελε να σκαρφαλώσει πάνω της. Δεν άργησε να χάσει την ισορροπία της και να γίνει ένα με το πάτωμα βγάζοντας έναν ήχο που θύμιζε κλάμα μωρού και θρόισμα φύλλων μαζί.
Δεν είχε μείνει τίποτα από την τεράστια και μονίμως βρώμικη πρωτεύουσα τώρα πια. Το μόνο πράγμα που ζούσε ήταν αυτές οι γιγάντιες νότες, ενώ ένας πανζουρλισμός από ήχους και μελωδίες είχε κατακλύσει το χώρο. Χρώμα και χορός απλωνόταν σε όλη την έκταση της πρώην μεγαλούπολης, ενώ συνεχώς παράγονταν καινούριοι ήχοι που δεν είχαν ποτέ άλλοτε ακουστεί ξανά. Το φαινόμενο ήταν παγκόσμιο. Εάν είχε επιζήσει έστω και ένας από τους ανθρώπους, ή οποιοδήποτε ζωντανό πλάσμα στον πλανήτη, πέρα από αυτές τις πελώριες νότες, θα έβλεπε ότι η Γη είχε μετατραπεί μέσα σε λίγη σχετικά ώρα σε ένα πολύχρωμο παράδεισο, γεμάτο μουσική και χωρίς καθόλου κατοίκους. Οι νότες τα είχαν λιώσει όλα στο χαρωπό και χορευτικό πέρασμά τους. Περνώντας από το καθετί που κάποτε υπήρχε πάνω στον πλανήτη άφηναν και μια ιδιότυπη υπογραφή, μια μουσική χαρακτηριστική και μοναδική.
Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα οι νότες άρχισαν να λιώνουν μία – μία και να απορροφώνται από το έδαφος. Έμοιαζαν να είναι ζεστές και καθώς διαλύονταν στο έδαφος μετατρέπονταν σε χρωματιστό υγρό το οποίο ενωνόταν με κάθε άλλη λιωμένη νότα. Και πάλι ένας ιδιαίτερος ήχος δημιουργούνταν με κάθε ένωση, μέχρι που όλη η Γη έδινε την εικόνα ενός παχύρρευστου και χρωματιστού ωκεανού. Ένας συνολικός ήχος ακούστηκε μεμιάς, μια τρομερά ελκυστική μελωδία σε ένταση τόσο υψηλή που θα γινόταν αντιληπτή ακόμα και από άλλους γαλαξίες, ενώ ταυτόχρονα θύμιζε την καταληκτική νότα μιας καλοδουλεμένης συμφωνίας. Ο πλανήτης άρχισε να θερμαίνεται μετά από την τήξη των αλλόμορφων αυτών μουσικών πλασμάτων και ένα πλήθος από οργανικά στοιχεία άρχισαν να διαχέονται στο έδαφος και την ατμόσφαιρα. Μια νέα διαδικασία δημιουργίας ζωής είχε πάρει το μονοπάτι του μέλλοντος και η πορεία αυτή έδειχνε να είναι μη αναστρέψιμη. Θα μπορούσε κάποιος να το χαρακτηρίσει και ως ένα από εκείνα τα γλυκά απογεύματα του φθινοπώρου…